lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φιλάργυρος στα ρωσικά

Λέξη:
φιλάργυρος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (19):
алчен, алчный, алчущий, жаден, жадный, жмот, корыстен, корыстный, корыстолюбив, корыстолюбивый, плотный, скопидом, скряга, скуден, скудный, скуп, скупец, скупой, стяжательный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά φιλάργυρος, φιλάργυρος του μολιέρου υπόθεση, φιλάργυρος του μολιέρου αθηνοραμα, φιλάργυρος του μολιέρου, φιλάργυρος προσφορα, φιλάργυρος μπεζος κριτικη, φιλάργυρος στα ρωσικά, алчен στα ελληνικά
φιλάργυρος στα ρωσικά