lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φιλάργυρος στα σουηδικά

Λέξη:
φιλάργυρος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (9):
egennyttig, girig, grisk, njugg, snål, sniken, knapp, knusslet, skålig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά φιλάργυρος, φιλάργυρος του μολιέρου υπόθεση, φιλάργυρος του μολιέρου αθηνοραμα, φιλάργυρος του μολιέρου, φιλάργυρος προσφορα, φιλάργυρος μπεζος κριτικη, φιλάργυρος στα σουηδικά, egennyttig στα ελληνικά
φιλάργυρος στα σουηδικά