lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αυλάκι στα δανική

Λέξη:
αυλάκι (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (7):
fold, fure, læg, rynke, kanal, renene, krybbe
Σχετικές λέξεις:
δανική αυλάκι, αυλάκι χάρτης, αυλάκι φθιώτιδας, αυλάκι φήκη, αυλάκι πόρτο ράφτη χάρτης, αυλάκι πόρτο ράφτη, αυλάκι στα δανική, fold στα ελληνικά
αυλάκι στα δανική