lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάταγμα στα δανική

Λέξη:
διάταγμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
anordning, dekret, forordning, kendelse, regeringslov, dom
Σχετικές λέξεις:
δανική διάταγμα, διάταγμα των μεδιολάνων ένας νέος δρόμος ανοίγεται για τους χριστιανούς, διάταγμα των μεδιολάνων, διάταγμα του μεδιολάνου, διάταγμα του καρακάλλα, διάταγμα της νάντης, διάταγμα στα δανική, anordning στα ελληνικά
διάταγμα στα δανική