lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάταγμα στα νορβηγικά

Λέξη:
διάταγμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (7):
anordning, dekret, dom, døma, judisium, kjennelse, skjønn
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά διάταγμα, διάταγμα των μεδιολάνων ένας νέος δρόμος ανοίγεται για τους χριστιανούς, διάταγμα των μεδιολάνων, διάταγμα του μεδιολάνου, διάταγμα του καρακάλλα, διάταγμα της νάντης, διάταγμα στα νορβηγικά, anordning στα ελληνικά
διάταγμα στα νορβηγικά