lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάταγμα στα γερμανικά

Λέξη:
διάταγμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (13):
anordnung, beurteilung, dekret, entscheidung, erkenntnis, erlass, regel, spruch, ursprungsbeleg, urteil, verfügung, verordnung, vorschrift
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά διάταγμα, διάταγμα των μεδιολάνων ένας νέος δρόμος ανοίγεται για τους χριστιανούς, διάταγμα των μεδιολάνων, διάταγμα του μεδιολάνου, διάταγμα του καρακάλλα, διάταγμα της νάντης, διάταγμα στα γερμανικά, anordnung στα ελληνικά
διάταγμα στα γερμανικά