lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επίπεδο στα δανική

Λέξη:
επίπεδο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (7):
grad, højde, niveau, plan, flad, jævn, slette
Σχετικές λέξεις:
δανική επίπεδο, επίπεδο του εππ η της εθνικής ταξινόμησης, επίπεδο σημαντικότητας α, επίπεδο σημαντικότητας, επίπεδο με βάση το εππ, επίπεδο κατάρτισης με βάση την εθνική ή διεθνή ταξινόμηση, επίπεδο στα δανική, grad στα ελληνικά
επίπεδο στα δανική