lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τηγανίζω στα λευκορωσίας

Λέξη:
τηγανίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (5):
паліць, пражыць, прэгчы, скварыць, смажыць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας τηγανίζω, τηγανίζω στα λευκορωσίας, паліць στα ελληνικά
τηγανίζω στα λευκορωσίας