lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ζωντανεύω στα δανική

Λέξη:
ζωντανεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (6):
aktivere, anspore, ege, oprøre, pirre, stimulere
Σχετικές λέξεις:
δανική ζωντανεύω, ζωντανεύω συνώνυμα, ζωντανεύω στα αγγλικά, ζωντανεύω στα δανική, aktivere στα ελληνικά
ζωντανεύω στα δανική