lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μετρώ στα δανική

Λέξη:
μετρώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (18):
anse, beregne, betrykte, dømme, esse, kalkulere, konto, lala, mene, måle, regne, sigte, synes, takt, teske, tro, tænke, vurdere
Σχετικές λέξεις:
δανική μετρώ, μετρώ το μήκος, μετρώ το βάρος δ δημοτικού, μετρώ το βάρος, μετρώ την επιφάνεια βρίσκω το εμβαδόν, μετρώ τα κύματα, μετρώ στα δανική, anse στα ελληνικά
μετρώ στα δανική