lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαζεύω στα νορβηγικά

Λέξη:
μαζεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (18):
avling, dynge, forsamle, hamstre, hop, høg, høst, høste, mønstr, pille, plukke, påle, samla, samle, skorda, skotta, stapel, tårne
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά μαζεύω, μαζεύω χόρτα, μαζεύω τα σύνεργά μου όραση ακοή γέψη όσφρηση αφή μυαλό, μαζεύω τα σύνεργά μου, μαζεύω τα πεσμένα στάχυα, μαζεύω τα κομμάτια μου, μαζεύω στα νορβηγικά, avling στα ελληνικά
μαζεύω στα νορβηγικά