lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περίεργος στα δανική

Λέξη:
περίεργος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (24):
aparte, besynderlig, egen, egenartet, ejendommelig, ental, forunderlig, fremmed, interessant, kunstig, kuriøs, morsom, mærkelig, nyfigen, nysgerrig, rar, sjov, snedig, spelt, sær, særegen, særlig, udenlandsk, underlig
Σχετικές λέξεις:
δανική περίεργος, περίεργος σχηματισμός σε σύννεφα πάνω από την cumbria, περίεργος συνώνυμα, περίεργος θόρυβος αναστάτωσε τους κατοίκους της καλαμάτας, περίεργος γιωργάκης, περίεργος αγγλικά, περίεργος στα δανική, aparte στα ελληνικά
περίεργος στα δανική