lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περίεργος στα σουηδικά

Λέξη:
περίεργος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (22):
aparte, besynnerlig, bisarr, egen, egenartad, egendomlig, intressant, konstig, kuriös, lustig, märklig, märkvärdig, nyfiken, pussig, rar, sevärd, snål, sällsam, sär, särartad, säregen, underlig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά περίεργος, περίεργος σχηματισμός σε σύννεφα πάνω από την cumbria, περίεργος συνώνυμα, περίεργος θόρυβος αναστάτωσε τους κατοίκους της καλαμάτας, περίεργος γιωργάκης, περίεργος αγγλικά, περίεργος στα σουηδικά, aparte στα ελληνικά
περίεργος στα σουηδικά