lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περίεργος στα τσεχική

Λέξη:
περίεργος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (23):
bizarní, cizinec, cizí, divný, interesantní, jednotlivý, kuriózní, osobní, podezřelý, podivný, podivínský, poutavý, překvapující, směšný, speciální, udivující, všetečný, zahraniční, zajímavý, zvláštní, zvědavec, zvědavý, žertovný
Σχετικές λέξεις:
τσεχική περίεργος, περίεργος σχηματισμός σε σύννεφα πάνω από την cumbria, περίεργος συνώνυμα, περίεργος θόρυβος αναστάτωσε τους κατοίκους της καλαμάτας, περίεργος γιωργάκης, περίεργος αγγλικά, περίεργος στα τσεχική, bizarní στα ελληνικά
περίεργος στα τσεχική