lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περίεργος στα λευκορωσίας

Λέξη:
περίεργος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
дапытлівы, зацікаўлены, цікавы, цікаўны, дзіўны, асаблівы
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας περίεργος, περίεργος σχηματισμός σε σύννεφα πάνω από την cumbria, περίεργος συνώνυμα, περίεργος θόρυβος αναστάτωσε τους κατοίκους της καλαμάτας, περίεργος γιωργάκης, περίεργος αγγλικά, περίεργος στα λευκορωσίας, дапытлівы στα ελληνικά
περίεργος στα λευκορωσίας