lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περίεργος στα πορτογαλικά

Λέξη:
περίεργος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (24):
alienígena, ameno, bizarro, chocante, curioso, cómico, diferente, divertido, engraçado, especial, esquisito, estrangeiro, estranho, excepcional, excêntrico, extravagante, interessante, intrigante, notável, particular, peculiar, peregrino, raro, singular
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά περίεργος, περίεργος σχηματισμός σε σύννεφα πάνω από την cumbria, περίεργος συνώνυμα, περίεργος θόρυβος αναστάτωσε τους κατοίκους της καλαμάτας, περίεργος γιωργάκης, περίεργος αγγλικά, περίεργος στα πορτογαλικά, alienígena στα ελληνικά
περίεργος στα πορτογαλικά