lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σέρνω στα δανική

Λέξη:
σέρνω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
flakke, vandre
Σχετικές λέξεις:
δανική σέρνω, σέρνω αόριστος, σέρνω english, σέρνω στα δανική, flakke στα ελληνικά
σέρνω στα δανική