lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σέρνω στα γαλλικά

Λέξη:
σέρνω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (8):
clochardiser, gaminer, gouapeur, seings, traîner, trôler, vadrouiller, vagabonder
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά σέρνω, σέρνω αόριστος, σέρνω english, σέρνω στα γαλλικά, clochardiser στα ελληνικά
σέρνω στα γαλλικά