lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σέρνω στα γερμανικά

Λέξη:
σέρνω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (2):
schleifen, schleppen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά σέρνω, σέρνω αόριστος, σέρνω english, σέρνω στα γερμανικά, schleifen στα ελληνικά
σέρνω στα γερμανικά