lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κούτσουρο στα εσθονική

Λέξη:
κούτσουρο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (2):
idioot, känd
Σχετικές λέξεις:
εσθονική κούτσουρο, ονειροκριτης κούτσουρο, κούτσουρο κοπής κρέατος, κούτσουρο καπνοκαθαριστής, κούτσουρο καθαρισμού καμινάδας, κούτσουρο καθαρισμού, κούτσουρο στα εσθονική, idioot στα ελληνικά
κούτσουρο στα εσθονική