lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κούτσουρο στα σουηδικά

Λέξη:
κούτσουρο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (5):
fjols, narr, tok, stam, stubbe
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά κούτσουρο, ονειροκριτης κούτσουρο, κούτσουρο κοπής κρέατος, κούτσουρο καπνοκαθαριστής, κούτσουρο καθαρισμού καμινάδας, κούτσουρο καθαρισμού, κούτσουρο στα σουηδικά, fjols στα ελληνικά
κούτσουρο στα σουηδικά