lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πρωταρχικός στα ισπανικά

Λέξη:
πρωταρχικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (10):
capital, cardenal, cardinal, central, céntrico, general, mayúscula, pecado, primero, principal
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά πρωταρχικός, πρωταρχικόσ συνώνυμα, πρωταρχικόσ παράγοντασ, πρωταρχικός συνώνυμο, πρωταρχικός στόχος της νομισματικής πολιτικής του ευρωσυστήματος, πρωταρχικός στόχος νομισματικής πολιτικής ευρωσυστήματος, πρωταρχικός στα ισπανικά, capital στα ελληνικά
πρωταρχικός στα ισπανικά