lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επισπεύδω στα ιταλικά

Λέξη:
επισπεύδω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (3):
accelerare, affrettare, attivare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά επισπεύδω, επισπεύδω στα ιταλικά, accelerare στα ελληνικά
επισπεύδω στα ιταλικά