lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κρεμώ στα ιταλικά

Λέξη:
κρεμώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (6):
impiccare, impiccarsi, appendere, pendere, attaccare, sospendere
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά κρεμώ, ρημα κρεμώ, κρεμώ συνωνυμα, κρεμώ στα ιταλικά, impiccare στα ελληνικά
κρεμώ στα ιταλικά