lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κρεμώ στα γερμανικά

Λέξη:
κρεμώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (6):
aufhängen, hängen, aussetzen, sperren, suspendieren, herabhängen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κρεμώ, ρημα κρεμώ, κρεμώ συνωνυμα, κρεμώ στα γερμανικά, aufhängen στα ελληνικά
κρεμώ στα γερμανικά