lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κρεμώ στα ρωσικά

Λέξη:
κρεμώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (11):
вешать, висеть, завесить, завешивать, навесить, навешивать, нацеплять, повесить, подвесить, подвешивать, свисать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά κρεμώ, ρημα κρεμώ, κρεμώ συνωνυμα, κρεμώ στα ρωσικά, вешать στα ελληνικά
κρεμώ στα ρωσικά