lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κρεμώ στα λευκορωσίας

Λέξη:
κρεμώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
павесіць, вешаць, вісець, завесіць, абвісаць, звісаць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας κρεμώ, ρημα κρεμώ, κρεμώ συνωνυμα, κρεμώ στα λευκορωσίας, павесіць στα ελληνικά
κρεμώ στα λευκορωσίας