lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όργανο στα ιταλικά

Λέξη:
όργανο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (10):
apparecchio, arnese, attrezzo, congegno, dispositivo, meccanismo, mezzo, organo, strumento, utensile
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά όργανο, όργανο πιστοποίησης ηλεκτρικών εγκαταστάσεων, όργανο μέτρησης υγρασίας, όργανο μέτρησης πίεσης ελαστικών, όργανο μέτρησης κενού, όργανο μέτρησης θορύβου, όργανο στα ιταλικά, apparecchio στα ελληνικά
όργανο στα ιταλικά