lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όργανο στα σουηδικά

Λέξη:
όργανο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (7):
attiralj, organ, apparat, instrument, redskap, verktyg, grej
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά όργανο, όργανο πιστοποίησης ηλεκτρικών εγκαταστάσεων, όργανο μέτρησης υγρασίας, όργανο μέτρησης πίεσης ελαστικών, όργανο μέτρησης κενού, όργανο μέτρησης θορύβου, όργανο στα σουηδικά, attiralj στα ελληνικά
όργανο στα σουηδικά