lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άθλιος στα λευκορωσίας

Λέξη:
άθλιος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (7):
бедны, небарака, няшчасны, подлы, бездапаможны, жаласны, скаргавы
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας άθλιος, άθλιος συνώνυμο, άθλιος συνώνυμα, άθλιος στα αγγλικα, άθλιος ετυμολογία, άθλιος στα λευκορωσίας, бедны στα ελληνικά
άθλιος στα λευκορωσίας