lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αρσενικός στα λευκορωσίας

Λέξη:
αρσενικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
мужны, мужчынскі
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αρσενικός, αρσενικόσ ζιγκολό, αρσενικός σκύλος, αρσενικός ζιγκολό ωραίος & ευρωπαίος, αρσενικός ζιγκολό alpha, αρσενικός γάτος, αρσενικός στα λευκορωσίας, мужны στα ελληνικά
αρσενικός στα λευκορωσίας