lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βότανο στα λευκορωσίας

Λέξη:
βότανο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
зёлкі, трава
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας βότανο, βότανο του αγίου ιωάννη, βότανο ταραξάκο, βότανο μέλισσα, βότανο λουίζα, βότανο για το στομάχι, βότανο στα λευκορωσίας, зёлкі στα ελληνικά
βότανο στα λευκορωσίας