lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διατηρώ στα λευκορωσίας

Λέξη:
διατηρώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
захоўваць, вылічаць, вылічваць, стрымліваць, трымаць, утрымліваць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας διατηρώ, πως διατηρώ, διατηρώ το δικαίωμα, διατηρώ συνώνυμο, διατηρώ συνώνυμα, διατηρώ αντωνυμο, διατηρώ στα λευκορωσίας, захоўваць στα ελληνικά
διατηρώ στα λευκορωσίας