lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενοχλώ στα λευκορωσίας

Λέξη:
ενοχλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (9):
дадзяваць, дакучаць, дапампаваць, дапякаць, надакучаць, назаляць, замінаць, перашкаджаць, парушаць
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ενοχλώ, ενοχλώ συνώνυμο, ενοχλώ συνώνυμα, ενοχλώ μεταφραση, ενοχλώ ισπανικά, ενοχλώ ετυμολογία, ενοχλώ στα λευκορωσίας, дадзяваць στα ελληνικά
ενοχλώ στα λευκορωσίας