lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενοχλώ στα φινλανδικά

Λέξη:
ενοχλώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (11):
ehkäistä, estää, haitata, harmittaa, häiritä, hämmentää, hätyyttää, kiusata, piikitellä, torjua, vaivata
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ενοχλώ, ενοχλώ συνώνυμο, ενοχλώ συνώνυμα, ενοχλώ μεταφραση, ενοχλώ ισπανικά, ενοχλώ ετυμολογία, ενοχλώ στα φινλανδικά, ehkäistä στα ελληνικά
ενοχλώ στα φινλανδικά