lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φασόλι στα ουκρανικά

Λέξη:
φασόλι (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
квасолю, квасоля, рагу
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά φασόλι, φασόλι στούντιος, φασόλι ροβίτσα, φασόλι πάτρα, φασόλι καλλιέργεια, φασόλι ιπποκράτους, φασόλι στα ουκρανικά, квасолю στα ελληνικά
φασόλι στα ουκρανικά