lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κολακεύω στα λιθουανική

Λέξη:
κολακεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική κολακεύω, κολακεύω συνώνυμο, κολακεύω συνώνυμα, κολακεύω στα αγγλικα, κολακεύω αντωνυμο, κολακεύω στα λιθουανική, meilikauti στα ελληνικά
κολακεύω στα λιθουανική