lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μεραρχία στα λιθουανική

Λέξη:
μεραρχία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (5):
divizija, skyrius, departamentas, brigada, kupė
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική μεραρχία, μεραρχία τζούλια, μεραρχία ρόδου, μεραρχία πινερόλο, μεραρχία κρητών, μεραρχία καβάλας, μεραρχία στα λιθουανική, divizija στα ελληνικά
μεραρχία στα λιθουανική