lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άπληστος στα νορβηγικά

Λέξη:
άπληστος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (10):
begjærlig, egennyttig, gjerrig, glupsk, grisk, grådig, liderlig, nidsk, sniken, snål
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά άπληστος, άπληστος συνώνυμο, άπληστος στα αγγλικά, άπληστος πατέρας, άπληστος ορισμός, άπληστος ετυμολογία, άπληστος στα νορβηγικά, begjærlig στα ελληνικά
άπληστος στα νορβηγικά