lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανασφαλής στα νορβηγικά

Λέξη:
ανασφαλής (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (7):
glatt, tvilsom, ubesluttsom, upålitelig, usikker, utrygg, uviss
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ανασφαλής, είμαι ανασφαλής, ανασφαλής σύντροφος, ανασφαλής συνώνυμα, ανασφαλής προσκόλληση, ανασφαλής γυναίκα, ανασφαλής στα νορβηγικά, glatt στα ελληνικά
ανασφαλής στα νορβηγικά