lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθαρίζω στα νορβηγικά

Λέξη:
καθαρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (11):
avklare, bone, notlott, ordne, pusse, ren, rengjøre, rensa, rense, rydde, rykta
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά καθαρίζω, καθαρίζω το φούρνο, καθαρίζω το σπίτι, καθαρίζω το σίδερο, καθαρίζω συνώνυμα, καθαρίζω σπανάκι, καθαρίζω στα νορβηγικά, avklare στα ελληνικά
καθαρίζω στα νορβηγικά