lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθαρίζω στα ρωσικά

Λέξη:
καθαρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (8):
слабить, чистить, обчистить, очистить, почистить, расчистить, прибирать, убирать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά καθαρίζω, καθαρίζω το φούρνο, καθαρίζω το σπίτι, καθαρίζω το σίδερο, καθαρίζω συνώνυμα, καθαρίζω σπανάκι, καθαρίζω στα ρωσικά, слабить στα ελληνικά
καθαρίζω στα ρωσικά