lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθαρίζω στα γαλλικά

Λέξη:
καθαρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (33):
affiner, apurer, astiquer, blanchir, curer, der, draguer, déblayer, débourber, décaper, décrasser, déféquer, dégorger, dépurer, fourbir, moissonner, monder, nettoyer, purger, purifier, rectifier, recueillir, récolte, récolter, récurer, trier, vanner, vidanger, écurer, épinceter, éplucher, épucer, épurer
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά καθαρίζω, καθαρίζω το φούρνο, καθαρίζω το σπίτι, καθαρίζω το σίδερο, καθαρίζω συνώνυμα, καθαρίζω σπανάκι, καθαρίζω στα γαλλικά, affiner στα ελληνικά
καθαρίζω στα γαλλικά