lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σπουδαίος στα νορβηγικά

Λέξη:
σπουδαίος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (14):
aktuell, alvorlig, anselig, atskillig, betraktelig, graverende, gyldig, holdbar, høytstående, stor, tungtveiende, vektig, vike, viktig
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά σπουδαίος, σπουδαίοσ λόγοσ καταγγελίασ, σπουδαίοσ λόγοσ, σπουδαίος συνώνυμα, σπουδαίος λόγος καταγγελίας σύμβασης εργασίας, σπουδαίος λόγος καταγγελίας μίσθωσης, σπουδαίος στα νορβηγικά, aktuell στα ελληνικά
σπουδαίος στα νορβηγικά