lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δάνειο στα ουγγρική

Λέξη:
δάνειο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική δάνειο, δάνειο τεαδυ, δάνειο στεγαστικό, δάνειο σε εργαζόμενο, δάνειο οικονομέα, δάνειο μαμούθ στον υπό πτώχευση κουνιάδο του βενιζέλου, δάνειο στα ουγγρική, kölcsön στα ελληνικά
δάνειο στα ουγγρική