lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επικυρώνω στα ουγγρική

Λέξη:
επικυρώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική επικυρώνω, επικυρώνω συνώνυμο, επικυρώνω στα αγγλικά, επικυρώνω ορισμόσ, επικυρώνω λεξικό, επικυρώνω στα ουγγρική, elfogad στα ελληνικά
επικυρώνω στα ουγγρική