lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επικυρώνω στα ισπανικά

Λέξη:
επικυρώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (6):
adoptar, aprobar, confirmar, declarar, ratificar, validar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά επικυρώνω, επικυρώνω συνώνυμο, επικυρώνω στα αγγλικά, επικυρώνω ορισμόσ, επικυρώνω λεξικό, επικυρώνω στα ισπανικά, adoptar στα ελληνικά
επικυρώνω στα ισπανικά