lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ακαταστασία στα ισπανικά

Λέξη:
ακαταστασία (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (23):
alboroto, anarquía, barullo, bochinche, caos, confusión, desacuerdo, desarreglo, desconcierto, desorden, disturbio, enredo, estruendo, jaleo, lío, movimiento, niebla, perturbación, remolino, revuelta, trastorno, tumulto, turbación
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά ακαταστασία, ακαταστασία συνώνυμο, ακαταστασία συνώνυμα, ακαταστασία στο σπίτι, ακαταστασία ονειροκρίτης, ακαταστασία αγγλικά, ακαταστασία στα ισπανικά, alboroto στα ελληνικά
ακαταστασία στα ισπανικά