lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γόνατο στα ουκρανικά

Λέξη:
γόνατο (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (4):
градус, коліно, міра, ступінь
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά γόνατο, γόνατο χονδροπάθεια, γόνατο των δρομέων - σύνδρομο λαγονοκνημιαίας ταινίας, γόνατο του δρομέα, γόνατο του άλτη, γόνατο της νοικοκυράς, γόνατο στα ουκρανικά, градус στα ελληνικά
γόνατο στα ουκρανικά