lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μανδύας στα ουκρανικά

Λέξη:
μανδύας (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (11):
мантія, пальт, пальта, пальтами, пальтах, пальто, пальтом, пальті, пил-те, плащ, шинель
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μανδύας, μανδύασ συνώνυμα, μανδύας του ποσειδώνα, μανδύας του ειδικού, μανδύας της γης, μανδύας σκυροδέματος, μανδύας στα ουκρανικά, мантія στα ελληνικά
μανδύας στα ουκρανικά